Η ανέκφραστη φατσούλα του μηδέν που αδημονεί πάνω στο καβαλέτο της δυστοπικής πραγματικότητας, περιμένει να του φτιάξουμε τα φρύδια, τα μάτια, τα χείλη, τ’ αυτιά, τα μαλλιά, τα χέρια, τα πόδια και στο τέλος το μυαλό. Σαν πινελιά. Όσο αισιόδοξο μπορεί να γίνει ένα μυαλό σε μια κόλα χαρτί. Για να μην έχει να σκέφτεται τόσα αδιέξοδα όσα οι δημιουργοί του. Να μην πελαγοδρομεί σε φόβους και ανασφάλειες και καρκινογόνα άγχη. Ν’ ανταπεξέρχεται, να μάχεται, να μην εγκαταλείπει, να συνεχίζει, ό,τι κι αν γίνει να συνεχίζει να ονειρεύεται.
Η ανέκφραστη φατσούλα του μηδέν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το σημερινό έργο τέχνης των ενηλίκων που ψάχνουν τον παιδικό εαυτό τους μέσα σε εικονογραφίες θλιβερών γεγονότων χωρίς υπογραφή. Μια φατσούλα πολύ κατατοπιστική τελικά και σχεδόν ιδανική για το παιχνίδι της κρεμάλας που παίζει η ομάδα των ισχυρών και έχει εμάς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους των θυμάτων. Εμάς που σχηματίζουμε σεμνά και ταπεινά τις ήττες μας ενώ ταυτόχρονα αναζητούμε μανιωδώς τη λέξη που θα παρακινήσει το προσδόκιμο της ζωής μας στο παρακάτω. Υποθέτουμε, φανταζόμαστε, λέμε, γράφουμε και σβήνουμε γράμματα. Ετοιμαζόμαστε να καούμε. Εκτός κι αν μας έρθει η επιφοίτηση του ρήματος “αντέχω” που είναι η κρυμμένη λέξη μας και μάλιστα λειτουργεί πυροσβεστικά. Και τότε, όλα, μ’ έναν μαγικό τρόπο, θα έχουν πράγματι μια αίσια έκβαση και έκφραση. Μια ζωγραφιά των σοβαρών μας χρόνων.