Ψεύτρα ζωή, πλανεύτρα ύπαρξη, εσύ ευθύνεσαι. Εσύ που μας μαθαίνεις στην συνήθεια. Εσύ που μας μυείς στον εθισμό και την ροπή των δικών μας ανθρώπων. Εσύ που παρατείνεις την εκδοχή μας μαζί τους. Εσύ που γίνεσαι χρόνος κοινός κι ομφάλιος λώρος. Εσύ που γίνεσαι μνήμη κι επεισόδιο μυαλού με τις καλύτερες στιγμές που ζήσαμε μαζί τους. Σου παρακαλούνται τόσες αιώνιες μνήμες που ξεχνούν να ζήσουν οι άνθρωποι! Ή, καλύτερα, υπάρχουν για να πεθάνουν. Για να κοιμηθούν στην πανσιόν του χώματος με την μαρμάρινη υποδοχή.
Γιατί το τέλος του παραμυθιού είναι πάντα κυνικό: την ώρα που ο νεκρός άνθρωπός μας καίει ακόμα ζωή. Τέτοια ώρα παγώνει ο χρόνος και “φεύγει” η Μάρω του οξυγόνου, η Μάρω των εσωτερικών οιδημάτων που πρώτα έγιναν παράσημα κι ύστερα νεκρώσιμα. Η Μάρω της καρδιακής ανεπάρκειας έγινε η Μάρω της εξόδου. Της περιφοράς. Στην “τελευταία κατοικία” των αγαπημένων μας αρχίζει ο πρώτος δικός μας θάνατος. Ο πρώτος δικός μας θρήνος. Εκεί αρχίζει να φαίνεται και να υφαίνεται η απώλεια. Κι αντί να τρίζουν τα ποτήρια των γιορτών μας, τρίζουν τα φλιτζάνια της μακαριότητας των κεκοιμημένων μας.
Ψεύτρα ζωή, πλανεύτρα ύπαρξη, εσύ ευθύνεσαι. Στ' αλήθεια τελειώνεις και λιώνεις. Κι ύστερα τριήμερα, εννιάμερα και τα σαράντα της ψυχής στους πέρα κάμπους. Τίποτα δεν μένει απ’ την εβδομάδα σου. Μόνο το Ψυχοσάββατο στη μνήμη των δικών μας. Ίσα-ίσα για να εικάζουμε πως έχει κι ο θάνατος ελευθέρας πνοής. Ψεύτρα ζωή και εκλιπούσα, μόνο μνήμη είσαι.