ΚΡΙΤΙΚΗ: «Ο ΜΑΡΙΟΣ ΛΕΒΕΝΤΗΣ ΠΗΡΕ ΤΗΝ ΕΥΘΥΝΗ» | ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΙΠΛΙΚΑΤΣΗ


 «Ο Μάριος Λεβέντης πήρε την ευθύνη»


Της Αλεξάνδρας Πιπλικάτση

 «Αν η πρόκληση
είναι να δημιουργήσω
από τα υλικά σου,
θα σου οφείλει πολλά η τέχνη.
Παίρνω την ευθύνη να σε εκθέσω»

Ο Μάριος Λεβέντης πήρε την ευθύνη. Με εκατό ποιήματα, από τα οποία σε κανένα δεν ξεπερνάει τους είκοσι έναν στίχους, μας παρουσιάζει την ποιητικό του έργο «αυτόγραφο». Κύριες πρωταγωνίστριές του οι αντωνυμίες. Όμως στο μεγαλύτερο μέρος του έργου κυρίαρχα απευθύνεται στο «εσύ».  Στο «εσύ» που γοητεύει, που συγκλονίζει, που αγαπιέται, στο «εσύ» που απαρνιέται, που προδίδει, που εγκαταλείπει, που απουσιάζει. Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί, διαβάζοντας αυτά τα ποιήματα, άπειρες σκηνές αγωνιώδους κατάθεσης ενός βαθύτερου έρωτα, ο οποίος άλλοτε περιβάλλεται με θυμό, επίκριση, απογοήτευση και απελπισία και άλλοτε υψώνεται, υμνείται και δοξολογείται.

«Και συ μονίμως το ατρόμητο
που με ξεσηκώνει»

Φαίνεται,, όμως, ότι το ατρόμητο είναι μια αγωνιώδης αναζήτηση που αναδύεται. Πολλές φορές το «εσύ», αγγίζει το «εγώ» και μετατρέπεται. Οι όροι αντιστρέφονται και μέσα σε αυτήν την αντιστροφή είναι φορές που η όσμωση δεν επιτρέπει να γίνει διακριτό ποιος είναι ποιος. Το «εσύ» γίνεται «εγώ» και μαζί «εμείς» που μας αφορά. Κι εκεί γεννιέται το ποίημα.

«Κάθε μέρα σε μαθαίνω
Κάθε νύχτα με γλιτώνω».

Κι όταν οι αντωνυμίες ξεφεύγουν ξεκάθαρα από το «εσύ», τα ποιήματά του είναι μια αγωνιώδης – και πάλι –  κατάθεση για θέματα που αναμφισβήτητα προβληματίζουν όλους μας. Αξίες που χάνονται μέσα στην υποκρισία και η πικρή διαπίστωση της κατάπτωσης τους. Η απομόνωση του σύγχρονου ανθρώπου, ο λάθος τρόπος καταγγέλλεται στα ποιήματά του. Ο Μάριος Λεβέντης πήρε την ευθύνη και εξέθεσε αυτά που πονούν. Με την ορμή ενός νέου ανθρώπου, ο οποίος διαθέτει αυξημένα αισθητήρια και προσλαμβάνουσες.  


«...Χαθήκαμε σα σαλιγκάρια
ο καθένας στο κεραμίδι του
να ρίχνει λύσεις στο τραπέζι του.
Κι είμαστε σε πρώτη μετάδοση
καλλιτέχνες ενός δημιουργικού εγκλεισμού».
*
«Οι λέξεις μόνες
πέρα από τα χείλη μας.
Κυνηγημένες απ’ τις παύσεις
Ούτε τα ποιήματα δεν είμαστε πια.
Ούτε τα ρήματα.
Οι λέξεις μόνες,
τις λυπάμαι τις πονάω, τις νοιάζομαι.
Τις ζω και με ζουν.
Καθόλου δεν κατέβηκαν
σήμερα στο στόμα.
Δεν τις τόλμησε κανείς».

Αν και νέος, όμως, δεν έχει χάσει την επαφή με τον πλούτο και τη σωστή χρήση της γλώσσας μας. Χρησιμοποιεί λόγο και λέξεις που χωρίς επιτήδευση, προσφέρονται στον αναγνώστη. Λέξεις που τις πονάει, τις νοιάζεται, τις ζει και τον ζουν. Κι εκεί γεννιέται ο καλλιτέχνης.